Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ - Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ





Κάποιο άτομο στη συντροφιά μας δήλωσε με αφοπλιστική ειλικρίνεια: Δεν ξέρω τι είναι η προσευχή. Δεν γνωρίζω πώς γίνεται αυτή η πράξη.

Πολλοί θα σπεύσουν να χαμογελάσουν περιφρονητικά με αυτή τη δήλωση, καθώς θεωρούν αυτονόητη τη σημασία του να προσεύχεσαι, και καθώς ουδέποτε προβληματίστηκαν πάνω σ΄αυτό το ζήτημα. Κι όμως, το ζήτημα είναι πολύ σοβαρό και καθόλου αυτονόητο! Για τους περισσότερους ανθρώπους «προσευχή» σημαίνει να παπαγαλίζεις μια δοσμένη φόρμουλα, ή να υποβάλλεις αιτήματα στο Θεό (;;), ή, ακόμα χειρότερα, να αρκείσαι στις απαγγελίες του εκπροσώπου κάποιας θρησκείας, ο οποίος κάνει τη δουλειά για σένα! Τέλος, υπάρχει και η αθλιότητα της πληρωμένης προσευχής.

Εμείς τώρα, απέχοντας εντελώς από τον ισχυρισμό ότι κατέχουμε το θέμα, θα εκθέσουμε μερικές σκέψεις και προβληματισμούς με την ελπίδα να φωτίσουμε λίγο το όλο ζήτημα.

Πρώτα πρώτα, ας εξετάσουμε την ίδια τη λέξη:

Προσευχή: προς-ευχή : προς-ευ-χη.

Ευ-χή: ευ είναι το επίρρημα του επιθέτου αγαθός στην αρχαία ελληνική γλώσσα, που σημαίνει καλός. Επομένως, η ευχή έχει να κάνει με κάτι καλό και ποτέ με κάτι κακό -το αντίθετο είναι η κατάρα.

Έτσι, ευχή είναι η θέληση και η αίτηση για κάτι καλό, για εκπλήρωση κάποιου καλού αποτελέσματος. Η προσευχή όμως δεν είναι μονάχα η επιθυμία ενός καλού πράγματος, είναι κι ένα είδος ώθησης ή προώθησης που γίνεται μέσω της σκέψης του προσευχόμενου, με συλλειτουργία της καρδιάς, εάν βέβαια η προσευχή είναι συνειδητή πράξη και όχι τυπικός αυτοματισμός. Αυτό το τελευταίο, η προώθηση, είναι φανερή από το πρώτο συνθετικό της λέξη: προς.

Ως εδώ καλά -τα πράγματα είναι εύκολα. Από αυτό το σημείο αρχίζουν οι δυσκολίες. Η πρώτη δυσκολία σχετίζεται με τον ... παραλήπτη. Προς ποίον απευθύνεται η κλήση;

Προς τον Θεό, θα πουν κάποιοι. Αλλά η ίδια η λέξη Θεός είναι από μόνη της μέγα πρόβλημα. Αν θεωρήσουμε ότι Θεός είναι η απρόσωπη συμπαντική Αρχή, Δύναμη ή Ενέργεια που διέπει τα πάντα, τότε είναι δυνατόν να «ακούσει» Εκείνο που δεν έχει αυτιά; Παρά ταύτα, ίσως η απάντηση να είναι «ναι», επειδή μπορεί να εφελκυστεί θετική ενέργεια από το συμπαντικό δυναμικό.

Πάντως, στις περισσότερες περιπτώσεις των ανθρώπων, είναι φανερή η ανάγκη να απευθυνθεί κανείς σε Πρόσωπο, σε κάποια Οντότητα, η οποία διαθέτει αισθήσεις και αισθήματα. Και τότε οι άνθρωποι, απευθύνονται σε συγκεκριμένο Ανώτερο Ον, το Οποίο έχει ιδιαίτερη απήχηση στην καρδιά τους, ή που φαίνεται πιο πρόσφορο σε μια ορισμένη κατάσταση.

Ας συμφωνήσουμε λοιπόν ότι η προσευχή είναι ένα μήνυμα που στέλνεται προς τα Πάνω, όπως κι αν αντιλαμβάνεται κανείς αυτό το «Πάνω».

Τώρα έρχεται το επόμενο ερώτημα που αφορά το περιεχόμενο του «μηνύματος». Ως επί το πλείστον, οι άνθρωποι απευθύνονται στην Ανώτερη Δύναμη ζητώντας κάτι. Είναι αυτό ανάρμοστο ή αναξιοπρεπές; Προφανώς, όχι, διότι έχει λεχθεί: «Αιτείτε και δοθήσεται υμίν». Επομένως, το να ζητάει κανείς όχι μόνο κρίνεται θεμιτό, αλλά και ενθαρρύνεται.

Ας πούμε παρεμπιπτόντως ότι, αν υπήρχε ο θεολογικός Θεός που υποτίθεται ότι είναι παντογνώστης, πανάγαθος και παντοδύναμος, η προσευχή δεν θα χρειαζόταν καθόλου αφού το Ον αυτό θα γνώριζε τις ανάγκες και τις επιθυμίες καθενός -εκτός του ότι δεν θα επέτρεπε την ύπαρξη του κακού. Ο θεολογικός Θεός όμως είναι μια ανύπαρκτη φαντασίωση, κάτι εντελώς παρανοϊκό που απορρίπτεται ακόμα και από την πιο απλή παρατήρηση και σκέψη.

Ας επιστρέψουμε στο αίτημα ως περιεχόμενο της προσευχής. Αν και το «αιτείν» είναι θεμιτό, ωστόσο έχει μια αξιολογική κλιμάκωση. Έτσι, το να ζητάς για τον εαυτό σου είναι λιγότερο άξιο από το να ζητάς για κάποιον άλλο, και το να ζητάς για μεγάλα σύνολα όντων είναι ακόμη ανώτερο, από ηθική άποψη. Επίσης, αναφορικά με τα προσωπικά αιτήματα, το να ζητάς πράγματα που αφορούν την πνευματική σου υπόσταση είναι πιο άξιο από το να ζητάς πράγματα που αφορούν την υλική σου υπόσταση.

Αλλά βέβαια, η προσευχή δεν είναι μόνο ζήτηση, είναι και ευχαριστία, και έκφραση αγάπης, ή και απλή ανάγκη επικοινωνίας με το Ανώτερο.

Σε κάθε περίπτωση, η Προσευχή είναι μέθεξη και επαφή με το Θείο. Γι΄αυτό, αν γίνεται με την καρδιά και όχι απλώς με τις λέξεις, δημιουργεί ένα κανάλι, ανταλλαγής ενεργειών από τα κάτω προς το Πάνω και αντίστροφα, πράγμα το οποίο έχει ως αποτέλεσμα ισορροπία και πνευματική υγεία με όλα τα ευεργετικά αποτελέσματα.

Φυσικά, όπως έχει λεχθεί, η Προσευχή μπορεί να είναι πέρα από λέξεις, ένα ρίγος και έκσταση της καρδιάς μαζί με ανέκφραστη έφεση προς το Ανώτερο -αυτό το είδος της Προσευχής εκτιμάται αρμοδίως ως το ανώτατο είδος.

Ας δούμε τώρα κάποιες οδηγίες που έχουν να κάνουν ειδικά με τους χριστιανούς, όπως έχουν καταγραφεί στα Ευαγγέλια. Εκεί λοιπόν λέγεται ότι το σωστό είδος προσευχής είναι «εν πνεύματι». Τι ακριβώς σημαίνει αυτό; Προφανώς, απορρίπτει το είδος της εξωτερικής προσευχής, που είναι λέξεις ή που εκφέρεται από τρίτους, και συνιστά την ενδοσκοπική έκφραση της προσευχής. Και πολύ σωστά γιατί μόνο η προσευχή με την καρδιά έχει νόημα.

Οτιδήποτε άλλο είναι κύμβαλο αλαλάζον ή ανώφελη ενέργεια.

Μέσα στα Ευαγγέλια δίνεται κι ένα υπόδειγμα προσευχής, η λεγόμενη Κυριακή Προσευχή. Αυτή έχει ως εξής:

Πάτερ ημών, ο εν τοις Ουρανοίς,
αγιασθήτω το Όνομά Σου, ελθέτω η Βασιλεία Σου
γεννηθήτω το Θέλημά Σου, ως εν Ουρανώ και επί της Γης.

Πολύ ωραία, καθώς γίνεται λόγος για τον Ανώτερο Κόσμο («Ουρανό») και την ευχή επικράτησης των Νόμων Του («Βασιλεία» «Θέλημα») και πάνω στη Γη.

Το δύσκολο σημείο αφορά στον όρο «Πατήρ ο εν τοις Ουρανοίς». Πώς πρέπει να κατανοηθεί αυτός ο όρος, συχνός άλλωστε στα χείλη του Χριστού; Σίγουρα πάντως δεν πρόκειται ούτε για τον (ανύπαρκτο) θεολογικό Θεό, ούτε για τον εβραϊκό Ιεχωβά -ό,τι κι αν θέλει να ισχυρίζεται το νεκρό εκκλησιαστικό δόγμα.

Τι είναι, λοιπόν, ο «Ουράνιος Πατέρας»; Θα επιχειρήσουμε μια ερμηνεία σύμφωνα με τη δική μας Διδασκαλία.

Να θυμηθούμε κατ΄αρχήν ότι στη γλώσσα των Μυστηρίων ο Πατρομύστης, ο Ιεροφάντης, που είχε την εποπτεία του υποψήφιου προς μύηση και που χορηγούσε τη μύηση αποκαλούνταν «Πατέρας» ενώ ο μυούμενος αποκαλούνταν «Υιός» σ΄αυτή την πνευματική σχέση.

Στην περίπτωση που εξετάζουμε όμως δεν πρόκειται περί αυτού, καθώς ο Πατέρας προσδιορίζεται ως «ο εν τοις Ουρανοίς». Η Διδασκαλία λοιπόν λέει ότι όλα τα ανθρώπινα όντα έλκουν την καταγωγή τους από ένα ορισμένο ουράνιο σώμα, ένα άστρο. Ο Δημιουργός και Κυβερνήτης αυτού του άστρου είναι πραγματικά και κατ΄ουσίαν ο Πατέρας των ανθρώπων εκείνων, που προέρχονται από το άστρο Του, καθώς οι άνθρωποι αυτοί στον εσώτατο πνευματικό τους πυρήνα είναι σπινθήρες από την Ακτίνα Του, φως από το Φως Του. Σ΄αυτόν τον Πατέρα οφείλουν να μοιάσουν τα τέκνα Του, σύμφωνα με την εντολή: «Εστέ ουν τέλειοι ώσπερ ο Πατήρ υμών ο Ουράνιος». Και σ΄Αυτόν τον Πατέρα μπορούν να προσεύχονται, και να ζητούν την πραγμάτωση της Βασιλείας Του.

Ας πούμε σε τούτο το σημείο ότι ο επίγειος Πατέρας, ο Πατρομύστης, είναι ο επί Γης Εκπρόσωπος του Ουράνιου Πατέρα, και εκείνος που αποκαλύπτει στον μυούμενο την ταυτότητα του Ουράνιου Πατέρα του, δηλαδή ο μυούμενος μαθαίνει ποια είναι η ουράνια πατρίδα του.

Στους επόμενους στίχους τη φράση «τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον» μπορούμε να την κατανοήσουμε ως ζήτηση των αναγκαίων για την επιβίωση (ο «άρτος» σχετίζεται στη γλώσσα των συμβόλων με την τετραπλή προσωπικότητα, ενώ ο «οίνος» με την πνευματική ανώτερη υπόσταση). Η φράση «και άφες ημίν τα οφελήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών» υποδεικνύει το ξεφόρτωμα από το βάρος της μνησικακίας για τις αδικίες άλλων σε βάρος μας με την παράκληση να συγχωρήσει τα δικά μας αδικήματα ο «Πατέρας» μας, έτσι ώστε να μη μας απορρίψει ως τέκνα του -το οποίο βέβαια δεν σημαίνει την μη αποπληρωμή των αδικημάτων απέναντι στην Κοσμική Δικαιοσύνη (Κάρμα, Ειμαρμένη, Κισμέτ, κ.τ.λ.), διότι κανένας «Πατέρας» ή Ύψιστο Ον δεν παρεμβαίνει στο Νόμο που διασφαλίζει την κοσμική ισορροπία.

Ο επόμενος στίχος όμως, «και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν», είναι προβληματικός, διότι ο «πειρασμός» ή οι κάθε είδους δοκιμασίες είναι το μόνο μέσο χαλύβδωσης του πνεύματος και υπέρβασης της σάρκας, το μόνο μέσο επιλογής και ανόδου, το μόνο μέσο που δείχνει την ποιότητα και το στάτους της συνείδησης. Χωρίς «πειρασμό» και δοκιμασία δεν υπάρχει κριτήριο ηθικής αξίας και ψυχικής δύναμης. Συνεπώς, δεν υπάρχει τελειοποίηση. Άλλωστε, ο Ίδιος ο Χριστός υποβλήθηκε σε πολλαπλές δοκιμασίες. Και κανένας δεν μπορεί να τις αποφύγει, κάτι που τόσο καλά γνώριζαν και εφάρμοζαν όλα τα γνήσια αρχαία Μυστήρια.

«Αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού» καταλήγει η προσευχή. «Πονηρό» ή «πονηρός» είναι το κακό, χαρακτηριζόμενο έτσι λόγω της απατηλής και παραπλανητικής φύσης του. Βέβαια, το κακό που πρέπει να νικήσει κανείς βρίσκεται βασικά μέσα του και μόνον ο ίδιος μπορεί να το νικήσει και να σώσει τον εαυτό του. Γι΄αυτό ο «Πατέρας» μπορεί κάλλιστα να σημαίνει τον Ανώτερο Εαυτό, το Πνεύμα, το ουράνιο, θεϊκό και αθάνατο στοιχείο εντός μας. Διότι το ανθρώπινο ον είναι επίσης, όπως καθετί στον κόσμο, μια Τριάδα: Πνεύμα - Ψυχή - Σώμα ή, συμβολικά, Πατέρας - Γιος - Άγ.Πνεύμα (ή σωστότερα, στην αρχαία συμβολολογία Πατέρας - Μητέρα - Γιος).

Η τελευταία ερμηνεία που δίνουμε δεν πρέπει να θεωρηθεί ως αντιφατική σε σχέση με την πρώτη γιατί τα σύμβολα έχουν πολλά επίπεδα και πολλά κλειδιά ερμηνείας. Άλλωστε, ο εντός ημών Πατέρας -Πνεύμα δεν είναι παρά ακτίνα και αντανάκλαση του Πατέρα -Δημιουργού ή Λόγου.

Ολοκληρώνοντας ας πούμε ότι η Προσευχή συνιστά δίαυλο επικοινωνίας με τον Ανώτερο Κόσμο και έχει ανυπολόγιστη αξία σαν γέφυρα και δεσμός με την Πηγή της ύπαρξής μας, καθώς η αποκοπή από αυτήν συνεπάγεται μεγάλα δεινά, έως και ολική καταστροφή. Ακριβώς η διατάραξη αυτού του δεσμού είναι η αιτία όλων των κακών στον κόσμο μας. Η αποκατάσταση του δεσμού θα σημάνει την επούλωση όλων των πληγών και την ευημερία.

Η δύναμη της Προσευχής είναι μεγάλη, και αν κάποτε φαίνεται αναποτελεσματική, αυτό οφείλεται στο ότι δεν απευθύνεται με απόλυτη εμπιστοσύνη, αλλά με επιφυλάξεις και κρυμμένη αμφιβολία. 
AGNI YOGA HELLAS, 27.1.2015